Το μάθημα του 1974

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Η ραγδαία επιδείνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων και το απευκταίο ενδεχόμενο ακόμη και γενικευμένης σύρραξης της Ελλάδας (αν όχι και Κύπρου) με την γείτονα καθιστά πολύ πιο ζωτικά επίκαιρο τον στοχασμό για την προηγούμενη μεγάλη κρίση, του 1974, που άρχισε με το πραξικόπημα της Χούντας και συνεχίστηκε με τις δύο τουρκικές εισβολές.

Α-λήθεια σημαίνει να θυμάσαι τα σπουδαία και σημαντικά. Δεν είναι τυχαία η επιλογή της πλειοψηφίας του (απελπιστικά ανατολίτικου στη δυτικοδουλεία του!) ελληνικού κατεστημένου να ξεχάσει την τραγωδία των δύο τουρκικών εισβολών στην Κύπρο, να ονομάζει συνωστισμό και ανθρωπιστική καταστροφή τη Σμύρνη, εν ονόματι δήθεν καλών σχέσεων και συμφιλίωσης με την Τουρκία. Καλές σχέσεις και συμφιλίωση που στηρίζονται σε ψέμματα και ιστορική παραμόρφωση είναι σπορά νέων διενέξεων.  Μόνο οι καλοί λογαριασμοί κάνουν καλούς φίλους.

Ομοίως, δεν είναι τυχαία η επιλογή άλλων να καταδικάζουν τα τουρκικά εγκλήματα στην Κύπρο, να λησμονούν όμως, έμμεσα αθωώνοντας, τους ηθικούς αυτουργούς τους, τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους, την εγκληματική μορφή του Κίσσινγκερ, που διηύθυνε δια των πρακτόρων του την όλη επιχείρηση από Ελλάδα, Κύπρο και Τουρκία και διαθέτει σήμερα βαρύνουσα, παρασκηνιακή επιρροή στον Τραμπ.

Δεν μπορείς να λες ότι υπερασπίζεσαι  τη χώρα σου από την Τουρκία, και ταυτόχρονα να κάνεις τα στραβά μάτια στην πολιτική δεκαετιών Αμερικανών, Βρετανών, Γερμανών ή στην πάγια και έντονη αντίθεση του Ισραήλ στην αυτοδιάθεση του κυπριακού λαού. Γιατί τότε δεν υπερασπίζεσαι την πατρίδα σου, αλλά την εξάρτησή της και ψεύδεσαι δια παραλείψεως.

Μεταξύ Ανατολής και Δύσης

Από την πρώτη ‘Αλωση της Πόλης, γνωρίζουμε ότι ο ελληνισμός αντιμετωπίζει μια μεγάλη απειλή εξ Ανατολών και μια ακόμα μεγαλύτερη εκ Δυσμών. Έστω και αν η Δύση, με τη μορφή του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, που ενέπνευσαν τους ιδεολογικούς πρωτομάστορες του ’21, τον Ρήγα και τον ανώνυμο συγγραφέα της «Ελληνικής Νομαρχίας», υπήρξε, εκτός από μεγάλος εχθρός και μεγάλος δάσκαλος. Δεν θα υπήρχε Ελληνική χωρίς τη Γαλλική Επανάσταση.

Και όσοι προτείνουν να ξεχάσουμε την ιστορία μας και τις σημερινές τουρκικές απειλές, όπως και όσοι να ξεχάσουμε τον ρόλο των Αμερικανών και των συμμάχων τους στην κυπριακή τραγωδία, να μην ψάξουμε τις πάγιες στρατηγικής επιδιώξεις τους, εκφράζουν την βαθιά, πολύπλευρη ξένη εξάρτηση, την κατάρα που μας εμποδίζει να ολοκληρώσουμε, δύο αιώνες τώρα, τη βασική επιδίωξη του ‘21, τη δημιουργία στοιχειωδώς ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους.

Ο ρόλος της Δύσης σε κυπριακό και ελληνοτουρκικά

Δεν μπορούμε να συζητάμε το κυπριακό, «ξεχνώντας» επιδέξια τον ανταγωνισμό για την αμερικανική εύνοια Παπανδρέου – Καραμανλή το 1956-58 που οδήγησε στις κατάπτυστες συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, την ανατροπή από τους Αμερικανούς δια των Αποστατών του Παπανδρέου (1965), την επιβολή της δικτατορίας και τη χρήση της ελλαδικής και κυπριακής άκρας δεξιάς, όλα με σκοπό να φτάσουμε στο 1974, να μη μείνει η Κύπρος στους Έλληνες, αν όχι, μακροπρόθεσμα, οι Έλληνες στην Κύπρο.

Η κυπριακή τραγωδία, η κινητοποίηση ευρύτατων λαϊκών μαζών σε Ελλάδα και Κύπρο μετά το 1974 και η άνοδος του Α. Παπανδρέου στην εξουσία οδήγησαν σε μία περίοδο σχετικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας. Μετά το 1996 όμως και με μερικά διαλείμματα μόνο ξαναγυρίσαμε στην συνήθη κατάσταση υποτέλειας.

Οι δυτικοί επεδίωξαν την ενσωμάτωσή μας σε μια νοτιοευρωπαϊκή ζώνη αμερικανο-τουρκο-ισραηλινής επιρροής. Εφαρμόζοντας τις ιδέες τους οι πρόθυμοι των Αθηνών είπαν ναι στην ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας χωρίς παραίτησή της από τις διεκδικήσεις και απειλές της και χωρίς ούτε καν αναγνώριση της Κύπρου. Αυτοαφοπλισθήκαμε μονομερώς ακυρώνοντας την εγκατάσταση S300 στην Κύπρο, ζήσαμε το διεθνές σκάνδαλο της απαγωγής και παράδοσης του ηγέτη των Κούρδων και συμμάχου μας Οτσαλάν, αποδεχτήκαμε τη νομιμότητα τουρκικών ζωτικών συμφερόντων και αυτοδεσμευτήκαμε να αποφύγουμε «μονομερείς ενέργειες» στο Αιγαίο (συμφωνία Μαδρίτης). Το αποκορύφωμα ήταν η απόπειρα κατάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και μετατροπής της σε προτεκτοράτο των ΗΠΑ και των συμμάχων τους (Βρετανίας, ΝΑΤΟ και Ισραήλ), με αυξημένο τουρκικό ρόλο, που προέβλεπε το διαβόητο σχέδιο Ανάν, από το οποίο μας διέσωσε η ηρωϊκή ψήφος του κυπριακού λαού (2004).

Ο «καυγάς των Νταβατζήδων»

Σήμερα, σημαντικά δυτικά κέντρα θέλουν να συνεχίσουμε αυτή την πολιτική, μοιράζοντας εις βάρος μας Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο και επαναφέροντας μια παραλλαγή του σχεδίου Ανάν στην Κύπρο.

Ταυτόχρονα όμως έχουν εμφανισθεί και άλλα κέντρα, που θέλουν να λύσουν τα προβλήματά τους με τις ανεξαρτησιακές τάσεις της Τουρκίας χρησιμοποιώντας εμάς για να λύσουν τα προβλήματά τους με τον Ερντογάν. Αυτοί μας επέβαλαν την πολιτική της δήθεν συμμαχίας με το Ισραήλ, τις τεράστιες παραχωρήσεις κάθε είδους προς τον άξονα ΗΠΑ – Ισραήλ, την παραχώρηση στην αμερικανική Exxon της μερίδας του λέοντος των εικαζομένων κυπριακών αποθεμάτων, τη μετατροπή όλης της χώρας σε απέραντη αμερικανική στρατιωτική βάση, με όλους τους μεγάλους κινδύνους για την ελληνική εθνική ασφάλεια. Αυτοί επέβαλαν τις διαρκείς πανηγυρικές δηλώσεις και συμφωνίες του EastMed, για τον οποίο σήμερα δεν υπάρχουν στοιχειώδεις προϋποθέσεις κατασκευής και ασφαλούς λειτουργίας.

Κατά φαντασίαν αγωγός και κατά φαντασίαν συμμαχία

Δεν έχουν βρεθεί κοιτάσματα που θα δικαιολογούσαν το τεράστιο κόστος και τις τεχνικές δυσκολίες του EastMed, οι τιμές των υδρογονανθράκων και η ευρωπαϊκή ζήτηση πιέζονται και δεν έχει καν συμφωνήσει η Ιταλία, υποτιθέμενος αποδέκτης της ενέργειας. Δύσκολα φαντάζεται κανείς να κατασκευαστεί τέτοιας αγωγός χωρίς να προηγηθεί η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, που δεν φαίνεται με τα σημερινά δεδομένα επιτεύξιμη κατά τρόπο δίκαιο. Τυχόν προσφυγή στη Χάγη συνεπάγεται, υπό τις παρούσες συνθήκες, να τεθεί στην κρίση της διεθνούς δικαιοσύνης το δικαίωμα εξοπλισμού των νησιών, η ελληνική εδαφική ακεραιότητα και να απεμποληθεί το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων.

Να υπενθυμίσουμε ότι Αμερικανοί και Ισραηλινοί μας σπρώχνουν στην πολιτική του EastMed όχι μόνο αποφεύγοντας οποιαδήποτε δέσμευση αμυντικής συνδρομής σε Ελλάδα και Κύπρο, αλλά και δηλώνοντας ρητά οι Ισραηλινοί ότι δεν θεωρούν εχθρό την Τουρκία και δεν πρόκειται να στείλουν τον στόλο τους να αντιμετωπίσει τον τουρκικό. Αν υπήρχε συμμαχία με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, να τα συζητάγαμε όλα αυτά. Αλλά εδώ έχουμε «κατά φαντασία» συμμαχία, που υπάρχει μόνο στην προπαγάνδα των απολογητών της εξάρτησης, ως δικαιολογία των παραχωρήσεων που κάνουν.

Προς τι οι τεράστιες παραχωρήσεις, προς τι όλες αυτές οι ασκούμενες πολιτικές, αν δεν συνεπάγονται οποιοδήποτε αντάλλαγμα, αν δεν αυξάνουν την ασφάλεια Ελλάδας και Κύπρου αλλά προκαλούν νέους κινδύνους, αν δεν συνοδεύονται από επαρκείς εγγυήσεις παροχής αμυντικής συνδρομής προς τον ελληνισμό σε περίπτωση σύγκρουσης με την Τουρκία;

Το μόνο αποτέλεσμα των συμφωνιών με πολλούς πανηγυρισμούς, αλλά χωρίς πραγματικό περιεχόμενο για τον EastMed, ήταν να παροξύνει την ελληνοτουρκική ένταση. Ασφαλώς οι αντιδράσεις της ‘Αγκυρας δεν δικαιολογούνται, εντούτοις δεν έχουμε εμείς ως Έλληνες συμφέρον να αφήσουμε τον EastMed και μια κατά φαντασίαν συμμαχία με ΗΠΑ – Ισραήλ να παίξουν τον ρόλο που κάποτε έπαιξε το σύνθημα της ‘Ενωσης, καλόηχο μεν, πατριωτικό και απολύτως θεμιτό, αλλά που, τελικά, στην πράξη,  χρησιμοποιήθηκε για να φέρει τον τουρκικό στρατό στη Λευκωσία!

Το μόνο πρακτικό αποτέλεσμα του EastMed, είναι να μας τοποθετεί σε τροχιά σύγκρουσης με την Άγκυρα στην Αν. Μεσόγειο που δεν μπορούμε να κερδίσουμε και η οποία τροχιά μας οδηγεί, αν αφεθεί ανεξέλεγκτη, είτε στο ενδεχόμενο καταστροφικού και για τις δύο χώρες πολέμου για λογαριασμό τρίτων, είτε καταστροφικών, εθνικά επικίνδυνων και ταπεινωτικών παραχωρήσεων.

Παράλληλα, πιστές στα δόγματα της εξάρτησης, Ελλάδα και Κύπρος κατεδάφισαν το σύνολο σχεδόν των πολύπλευρων σχέσεων που είχαν δημιουργήσει με εναλλακτικά προς τη Δύση κέντρα, απεμπολώντας ένα τεράστιο πολιτικο-διπλωματικό  κεφάλαιο του ελληνισμού, με μεγάλο ιστορικό βάθος, την έλλειψη του οποίου θα αισθανθούμε οδυνηρά σε περίπτωση αντιπαράθεσης με την Τουρκία.

Βεβαίως θα υπερασπισθούμε την Ελλάδα, εν ανάγκη με όλα τα μέσα, αν η Τουρκία εμφανισθεί έξω από το Καστελλόριζο ή την Κρήτη. Αλλά, έως τότε, πρέπει να κάνουμε ότι μπορούμε για να αποφύγουμε να «μπούμε στο τρελοκομείο», κατά την ιστορική έκφραση Παπανδρέου. Μόνο τυχοδιώκτες, ανόητοι ή πράκτορες μπορεί να εύχονται μια σύρραξη Ελλάδας και Τουρκίας που κανείς δεν εγγυάται ότι θα μείνει περιορισμένη.

Πρέπει κατεπειγόντως να επανεθνικοποιήσουμε το κράτος μας, ώστε οι μεγάλες αποφάσεις και ενέργειες να είναι ελληνικές, όχι ξένων κρυπτομένων πίσω από ‘Ελληνες, όπως έγινε με την «υπερπατριωτική», δήθεν «υπερεθνικόφρονα» δράση της καθοδηγούμενης από τη CIA ελλαδικής και κυπριακής ‘Ακρας Δεξιάς, στην Κοφφίνου το 1967 και με το πραξικόπημα το 1974.

Πρέπει από τώρα, να ειδοποιήσουμε όλους τους υποτιθέμενους συμμάχους και εταίρους ότι θα πάρουν πόδι από την Ελλάδα, αν αφήσουν τα πράγματα να εξελιχθούν εκεί και δεν μας συνδράμουν.

Δεν υπάρχει σήμερα πιο σημαντικό και πιο δύσκολο έργο για τη χώρα μας από την προσπάθεια να ξαναποκτήσει ένα ελάχιστο ανεξαρτησίας και κυριαρχίας, χωρίς το οποίο είναι χαμένη.

Δημοσιεύτηκε στο Παρόν της Κυριακής 19.7.2020

Διαβάστε επίσης

Ισραήλ: Μας έβαλαν να τσακωθούμε με την Τουρκία (EastMed), τώρα νίπτουν τας χείρας τους

Άνθρακες ο θησαυρός της ελληνο-ισραηλινής “συμμαχίας” (και ο ρόλος της Ρωσίας)